- θεραπηίας
- θεραπηΐᾱς , θεραπείαservicefem acc pl (ionic)θεραπηΐᾱς , θεραπείαservicefem gen sg (attic doric ionic aeolic)θεραπηΐᾱς , θεραπήιοςfem acc pl (ionic)θεραπηΐᾱς , θεραπήιοςfem gen sg (attic doric ionic aeolic)θεραπηίᾱς , θεραπηίηservicefem acc plθεραπηίᾱς , θεραπηίηservicefem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.